Ένιωθα στα ισλανδικά
Μετάφραση: ένιωθα, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ég, I, sem ég, að ég
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ένιωθα
ένιωθα λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ένιωθα στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- ένεση στα ισλανδικά - innspýting, stungulyf, inndælingu, stungustað
- ένζυμο στα ισλανδικά - ensímið, ensím, ensíminu, ensímsins, ensím sem
- έννοια στα ισλανδικά - sem þýðir, þýðir, þýðir að, sem þýðir að, merkingu
- ένοικος στα ισλανδικά - leigjandi, leigjanda, leigjandinn, leigjanda er, að leigjandi
Τυχαίες λέξεις
Ένιωθα στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: ég, I, sem ég, að ég
Μεταφράσεις: ég, I, sem ég, að ég