Ένιωθα στα ουκρανικά
Μετάφραση: ένιωθα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
фетр, повсть, фетровий, Я
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ένιωθα
ένιωθα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ένιωθα στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ένεση στα ουκρανικά - впускати, упорскувати, запроваджувати, вводити, впорскування, уприскування, вприск, ...
- ένζυμο στα ουκρανικά - ензим, фермент
- έννοια στα ουκρανικά - настирливий, жаднюга, неспокійний, набридлий, набридливий, поняття, уявлення, ...
- ένοικος στα ουκρανικά - наймати, наймачі, орендувати, орендар, найняти, орендатор
Τυχαίες λέξεις
Ένιωθα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: фетр, повсть, фетровий, Я
Μεταφράσεις: фетр, повсть, фетровий, Я