Αγγείο στα ισλανδικά

Μετάφραση: αγγείο, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ílát, vasi
Αγγείο στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αγγείο

αγγείο των θεριστών, αγγείο ονειροκρίτης, αγγείο των πολεμιστών, αγγείο γεωμετρικής εποχής, αγγείο προνόμου, αγγείο λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αγγείο στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • αγγίζω στα ισλανδικά - snerta, snertir, að snerta, snertingu, snerti
  • αγγαρεία στα ισλανδικά - húsverk, húsverk til
  • αγγειακός στα ισλανδικά - æðum, æða, æðasjúkdómum, æðar, æðakerfi
  • αγγειοπλάστης στα ισλανδικά - Potter, leirkerasmiður, leirkerasmiðurinn, Leirkerjasmiðurinn
Τυχαίες λέξεις
Αγγείο στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: ílát, vasi