Αγγείο στα λευκορωσικά

Μετάφραση: αγγείο, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
гаршчок, ваза, судно
Αγγείο στα λευκορωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αγγείο

αγγείο των θεριστών, αγγείο ονειροκρίτης, αγγείο των πολεμιστών, αγγείο γεωμετρικής εποχής, αγγείο προνόμου, αγγείο λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, αγγείο στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • αγγίζω στα λευκορωσικά - закрануць, крануць, дакрануцца, дакрануцца да
  • αγγαρεία στα λευκορωσικά - працаваць, выпадковая праца
  • αγγειακός στα λευκορωσικά - судзінкавы, сасудзістай, сасудзісты, судзінны
  • αγγειοπλάστης στα λευκορωσικά - ганчар, Гончар
Τυχαίες λέξεις
Αγγείο στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: гаршчок, ваза, судно