Αγγειακός στα ισλανδικά
Μετάφραση: αγγειακός, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
æðum, æða, æðasjúkdómum, æðar, æðakerfi
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αγγειακός
αγγειακός δακτύλιος, αγγειακός σπίλος, αγγειακός τόνος, αγγειακός ενδοθηλιακός αυξητικός παράγοντας, αγγειακόσ παρκινσονισμόσ, αγγειακός λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αγγειακός στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- αγγαρεία στα ισλανδικά - húsverk, húsverk til
- αγγείο στα ισλανδικά - ílát, vasi
- αγγειοπλάστης στα ισλανδικά - Potter, leirkerasmiður, leirkerasmiðurinn, Leirkerjasmiðurinn
- αγγειοπλαστική στα ισλανδικά - leirmuni, Pottery, Brúður, leirkeragerð, leirmunir
Τυχαίες λέξεις
Αγγειακός στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: æðum, æða, æðasjúkdómum, æðar, æðakerfi
Μεταφράσεις: æðum, æða, æðasjúkdómum, æðar, æðakerfi