Αγγειακός στα τούρκικα
Μετάφραση: αγγειακός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
damar, vasküler, damarsal, vaskular
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αγγειακός
αγγειακός δακτύλιος, αγγειακός σπίλος, αγγειακός τόνος, αγγειακός ενδοθηλιακός αυξητικός παράγοντας, αγγειακόσ παρκινσονισμόσ, αγγειακός λεξικό γλώσσας τούρκικα, αγγειακός στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- αγγαρεία στα τούρκικα - sıkıcı iş, chore, angarya, tel, bir angarya
- αγγείο στα τούρκικα - bak, gemi, kap, vazo, Vase, Vazoda, vazolar, ...
- αγγειοπλάστης στα τούρκικα - oyalanmak, çömlekçi, potter, çömlek, Potter'ın
- αγγειοπλαστική στα τούρκικα - çanak çömlek, çömlek, çömlekçilik, çanak, keramik
Τυχαίες λέξεις
Αγγειακός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: damar, vasküler, damarsal, vaskular
Μεταφράσεις: damar, vasküler, damarsal, vaskular