Αγγειακός στα ιταλικά
Μετάφραση: αγγειακός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
vascolare, vascolari, vasi
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αγγειακός
αγγειακός δακτύλιος, αγγειακός σπίλος, αγγειακός τόνος, αγγειακός ενδοθηλιακός αυξητικός παράγοντας, αγγειακόσ παρκινσονισμόσ, αγγειακός λεξικό γλώσσας ιταλικά, αγγειακός στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- αγγαρεία στα ιταλικά - crocchiare, lavoretto, lavoro di routine, compito, chore, lavoro ingrato
- αγγείο στα ιταλικά - vascello, recipiente, vaso, nave, bastimento, vaso di, vase, ...
- αγγειοπλάστης στα ιταλικά - vasaio, Potter, ceramista, vasaio di
- αγγειοπλαστική στα ιταλικά - ceramiche, ceramica, vasellame, terraglie, di ceramica
Τυχαίες λέξεις
Αγγειακός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: vascolare, vascolari, vasi
Μεταφράσεις: vascolare, vascolari, vasi