Ακυρώνω στα ισλανδικά
Μετάφραση: ακυρώνω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hætta, hætta við, að hætta, ensku, fá ensku
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ακυρώνω
ακυρώνω english, ακυρώνω στα γαλλικά, ακυρώνω συνώνυμα, ακυρώνω μετάφραση αγγλικά, ακυρώνω αγγλικα, ακυρώνω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ακυρώνω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- ακτινοβόλος στα ισλανδικά - geislandi, Radiant, geislar, ljóss, blómleg
- ακυρότητα στα ισλανδικά - Ógilding
- ακόλαστος στα ισλανδικά - Libertine
- ακόλουθος στα ισλανδικά - eftir, eftirfarandi, kjölfar, í kjölfar, fylgja
Τυχαίες λέξεις
Ακυρώνω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: hætta, hætta við, að hætta, ensku, fá ensku
Μεταφράσεις: hætta, hætta við, að hætta, ensku, fá ensku