Ακυρώνω στα λιθουανικά
Μετάφραση: ακυρώνω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
atšaukti, panaikinti, nutraukti, atsisakyti, anuliuoti
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ακυρώνω
ακυρώνω english, ακυρώνω στα γαλλικά, ακυρώνω συνώνυμα, ακυρώνω μετάφραση αγγλικά, ακυρώνω αγγλικα, ακυρώνω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ακυρώνω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- ακτινοβόλος στα λιθουανικά - spinduliuojantis, spinduliavimo, spinduliuotės, švytinti, spindulinio
- ακυρότητα στα λιθουανικά - negaliojimas, negaliojimo, bendrovių jungimas paskelbiamas, negaliojimą, negaliojančiu
- ακόλαστος στα λιθουανικά - laisvamanis, pasileidėlis, palaidūnas, laisvamaniškas, atleistinis
- ακόλουθος στα λιθουανικά - po, taip, Žemiau, šių, ši
Τυχαίες λέξεις
Ακυρώνω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: atšaukti, panaikinti, nutraukti, atsisakyti, anuliuoti
Μεταφράσεις: atšaukti, panaikinti, nutraukti, atsisakyti, anuliuoti