Ακόρεστος στα ισλανδικά

Μετάφραση: ακόρεστος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
insatiable
Ακόρεστος στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ακόρεστος

ακόρεστος αγγλικά, ακόρεστος συνώνυμο, ακόρεστος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ακόρεστος στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • ακόνι στα ισλανδικά - grindstone
  • ακόντιο στα ισλανδικά - Javelin, skotspjót, Spjót
  • ακύρωση στα ισλανδικά - Delete, afpöntun, uppsögn, niðurfellingu, afturköllun
  • αλάβαστρο στα ισλανδικά - Alabaster, alabastri
Τυχαίες λέξεις
Ακόρεστος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: insatiable