Αλεξίπτωτο στα ισλανδικά

Μετάφραση: αλεξίπτωτο, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
fallhlíf
Αλεξίπτωτο στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αλεξίπτωτο

αλεξίπτωτο blogspot, αλεξίπτωτο στιχοι, αλεξίπτωτο πλαγιάς αθήνα, αλεξίπτωτο αγορά, αλεξίπτωτο ονειροκρίτης, αλεξίπτωτο λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αλεξίπτωτο στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • αλατούχος στα ισλανδικά - saltlausn, saltvatn, saltvatni, saltur, saltlausnir
  • αλγεινός στα ισλανδικά - sársaukafullt, sársaukafull, sárt, sársaukafullur, sársauka
  • αλεπού στα ισλανδικά - refur, refurinn, Fox, tófa, ref
  • αλεύρι στα ισλανδικά - hveiti, mjöl, fín-, mjöli
Τυχαίες λέξεις
Αλεξίπτωτο στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: fallhlíf