Ανίκανος στα ισλανδικά
Μετάφραση: ανίκανος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
aðstoðarlaus, óhæfur, vanhæfur, óhæfur til
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανίκανος
ανίκανος για εργασία, ανίκανος προς εργασία, ανίκανος για δικαιοπραξία, ανίκανος αγγλικα, καζαντζάκης ανίκανος, ανίκανος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ανίκανος στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- ανήσυχος στα ισλανδικά - hugsjúkur, áhyggjur, áhyggjur af, áhyggjufullur, áhyggjufull, áhyggjur af því
- ανήφορος στα ισλανδικά - klifra, ganga upp
- ανίσχυρος στα ισλανδικά - þróttlítill, daufur, kraftalaus, valdalaus, vanmáttug, valdalaus til, máttvana, ...
- ανίχνευση στα ισλανδικά - uppgötvun, greina, greiningu, greining, greina nýtt
Τυχαίες λέξεις
Ανίκανος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: aðstoðarlaus, óhæfur, vanhæfur, óhæfur til
Μεταφράσεις: aðstoðarlaus, óhæfur, vanhæfur, óhæfur til