Ανίκανος στα σουηδικά
Μετάφραση: ανίκανος, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
inkompetent, inkompetenta, incompetent, oduglig, odugling
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανίκανος
ανίκανος για εργασία, ανίκανος προς εργασία, ανίκανος για δικαιοπραξία, ανίκανος αγγλικα, καζαντζάκης ανίκανος, ανίκανος λεξικό γλώσσας σουηδικά, ανίκανος στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- ανήσυχος στα σουηδικά - nervös, orolig, oroliga, orolig för, oroade, oroad
- ανήφορος στα σουηδικά - klättra, stigning, klättring, stig, stigningen
- ανίσχυρος στα σουηδικά - svag, klen, orkeslös, matt, vek, kraftlös, maktlösa, ...
- ανίχνευση στα σουηδικά - detektion, detektering, upptäckt, detekterings, upptäcka
Τυχαίες λέξεις
Ανίκανος στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: inkompetent, inkompetenta, incompetent, oduglig, odugling
Μεταφράσεις: inkompetent, inkompetenta, incompetent, oduglig, odugling