Αναμασώ στα ισλανδικά

Μετάφραση: αναμασώ, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Ruminate
Αναμασώ στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναμασώ

αναμασώ λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αναμασώ στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • αναμέτρηση στα ισλανδικά - fundur, árekstra, árekstrum, átök
  • αναμαλλιάζω στα ισλανδικά - disarrange
  • αναμετρώ στα ισλανδικά - vega, vegur, að vega, vegið, vegin
  • αναμιγνύω στα ισλανδικά - blanda, commingle
Τυχαίες λέξεις
Αναμασώ στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: Ruminate