Αναμασώ στα τούρκικα

Μετάφραση: αναμασώ, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
geviş getirmek, geviş, düşünmek, uzun uzun düşünmek, dalıp gitmek
Αναμασώ στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναμασώ

αναμασώ λεξικό γλώσσας τούρκικα, αναμασώ στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • αναμέτρηση στα τούρκικα - karşılaşma, toplantı, yüzleşme, yüzleştirme, çatışma, karşılaşması
  • αναμαλλιάζω στα τούρκικα - buruşturmak, karıştırmak, düzenini bozmak, disarrange
  • αναμετρώ στα τούρκικα - tartmak, ağırlık, ağırlığında, tartın, ağırlığı
  • αναμιγνύω στα τούρκικα - karıştırmak, karışım, kaynaşmak, kaynaşması, yoğrulduğu, araya gelerek, bir araya gelerek
Τυχαίες λέξεις
Αναμασώ στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: geviş getirmek, geviş, düşünmek, uzun uzun düşünmek, dalıp gitmek