Αναμφισβήτητα στα ισλανδικά

Μετάφραση: αναμφισβήτητα, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
óyggjandi, indisputably, Ómótmælanlega, með óyggjandi
Αναμφισβήτητα στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναμφισβήτητα

αναμφισβήτητα αντωνυμο, αναμφισβήτητα μετάφραση, αναμφισβήτητα λεξικο, αναμφισβήτητα σημασια, αναμφισβήτητα ή αδιαμφισβήτητα, αναμφισβήτητα λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αναμφισβήτητα στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • αναμονή στα ισλανδικά - tilhlökkun, bíða, að bíða, bíða eftir, bíður, að bíða eftir
  • αναμφίβολος στα ισλανδικά - efalaus, efalauss, indubitable, Ótvíræður
  • αναμόρφωση στα ισλανδικά - siðaskiptin, siðaskipti, siðbótin, siðaskipta, kaþólskum
  • ανανέωση στα ισλανδικά - endurnýjun, ENDURNÝJUNAR, ENDURNÝJUNAR MARKAÐSLEYFIS, endurnýja, endumýjun
Τυχαίες λέξεις
Αναμφισβήτητα στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: óyggjandi, indisputably, Ómótmælanlega, með óyggjandi