Αναμφισβήτητα στα πολωνικά
Μετάφραση: αναμφισβήτητα, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
niewątpliwie, pewnie, bezspornie, bezdyskusyjnie, niezaprzeczalnie, bezsprzecznie, bezsporny
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναμφισβήτητα
αναμφισβήτητα αντωνυμο, αναμφισβήτητα μετάφραση, αναμφισβήτητα λεξικο, αναμφισβήτητα σημασια, αναμφισβήτητα ή αδιαμφισβήτητα, αναμφισβήτητα λεξικό γλώσσας πολωνικά, αναμφισβήτητα στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- αναμονή στα πολωνικά - zaliczka, wyprzedzenie, przewidywanie, uprzedzenie, wyprzedzanie, antycypacja, czekanie, ...
- αναμφίβολος στα πολωνικά - niewątpliwy, niewątpliwie, Niewątpliwą, niewątpliwe, niekwestionowanej, niewątpliwym
- αναμόρφωση στα πολωνικά - reforma, reformacja, poprawa, nawrócenie, reformacji, reformation, reformacyjny
- ανανέωση στα πολωνικά - odnawianie, wznowienie, odnowienie, odnowa, przedłużenie, ponowienie, odnowienia
Τυχαίες λέξεις
Αναμφισβήτητα στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: niewątpliwie, pewnie, bezspornie, bezdyskusyjnie, niezaprzeczalnie, bezsprzecznie, bezsporny
Μεταφράσεις: niewątpliwie, pewnie, bezspornie, bezdyskusyjnie, niezaprzeczalnie, bezsprzecznie, bezsporny