Αναμόρφωση στα ισλανδικά

Μετάφραση: αναμόρφωση, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
siðaskiptin, siðaskipti, siðbótin, siðaskipta, kaþólskum
Αναμόρφωση στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναμόρφωση

αναμόρφωση δαπανών 2013, αναμόρφωση δαπανών λόγω ύπαρξης αφορολογήτων εσόδων(§ 8), αναμόρφωση σημασία, αναμόρφωση δόσεων, αναμόρφωση δόσεων φόρου εισοδήματος, αναμόρφωση λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αναμόρφωση στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • αναμφίβολος στα ισλανδικά - efalaus, efalauss, indubitable, Ótvíræður
  • αναμφισβήτητα στα ισλανδικά - óyggjandi, indisputably, Ómótmælanlega, með óyggjandi
  • ανανέωση στα ισλανδικά - endurnýjun, ENDURNÝJUNAR, ENDURNÝJUNAR MARKAÐSLEYFIS, endurnýja, endumýjun
  • ανανεώνω στα ισλανδικά - hressa, Uppfæra, endurhlaða, endurnýjað, endurnýjað fyrir
Τυχαίες λέξεις
Αναμόρφωση στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: siðaskiptin, siðaskipti, siðbótin, siðaskipta, kaþólskum