Ανώριμος στα ισλανδικά
Μετάφραση: ανώριμος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
óþroskaður, ófullþroska, óþroskað, óþroskuð, óþroskuðum
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανώριμος
ανώριμος ορισμός, ανώριμος συνώνυμα, ανώριμος τράχηλος, συναισθηματικά ανώριμος, ανώριμος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ανώριμος στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- ανώμαλος στα ισλανδικά - afbrigðilegur, bólóttur
- ανώνυμος στα ισλανδικά - nafnlaus, Anonymous, ónefndur, nafnleynd, nafnlaust
- ανώτατος στα ισλανδικά - efst, með hæstu, toppur, efstu, topp
- ανώτερος στα ισλανδικά - yfirburði, betri, SUPERIOR, frábær, yfirmaður
Τυχαίες λέξεις
Ανώριμος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: óþroskaður, ófullþroska, óþroskað, óþroskuð, óþroskuðum
Μεταφράσεις: óþroskaður, ófullþroska, óþroskað, óþroskuð, óþroskuðum