Ανώριμος στα σουηδικά
Μετάφραση: ανώριμος, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
ungdomlig, omogen, omogna, omoget, outvecklad, outvecklade
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανώριμος
ανώριμος ορισμός, ανώριμος συνώνυμα, ανώριμος τράχηλος, συναισθηματικά ανώριμος, ανώριμος λεξικό γλώσσας σουηδικά, ανώριμος στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- ανώμαλος στα σουηδικά - oregelbunden, abnorm, onormal, prickig, ojämn, fläckig, finnigt, ...
- ανώνυμος στα σουηδικά - namnlös, anonym, anonymt, anonyma, anonymous
- ανώτατος στα σουηδικά - topp, toppen, övre, översta, överst
- ανώτερος στα σουηδικά - överlägsen, överlägsna, överlägset, bättre, superior
Τυχαίες λέξεις
Ανώριμος στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: ungdomlig, omogen, omogna, omoget, outvecklad, outvecklade
Μεταφράσεις: ungdomlig, omogen, omogna, omoget, outvecklad, outvecklade