Ανώριμος στα τούρκικα

Μετάφραση: ανώριμος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
genç, gençlik, olgunlaşmamış, immatür, olgun olmayan, gelişmemiş, immature
Ανώριμος στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανώριμος

ανώριμος ορισμός, ανώριμος συνώνυμα, ανώριμος τράχηλος, συναισθηματικά ανώριμος, ανώριμος λεξικό γλώσσας τούρκικα, ανώριμος στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • ανώμαλος στα τούρκικα - anormal, düzensiz, sivilceli, lekeli, benekli
  • ανώνυμος στα τούρκικα - adsız, anonim, isimsiz, anonim bir, anonymous, gizli
  • ανώτατος στα τούρκικα - üst, RehberiEn iyi, En iyi, RehberiEn, en üst
  • ανώτερος στα τούρκικα - üstün, superior, üstün bir, üst, daha üstün
Τυχαίες λέξεις
Ανώριμος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: genç, gençlik, olgunlaşmamış, immatür, olgun olmayan, gelişmemiş, immature