Απολύτως στα ισλανδικά
Μετάφραση: απολύτως, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
alveg, algerlega, algjörlega, nákvæmlega
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απολύτως
απολύτωσ in english, απολύτως βενιζέλος, απολύτως σχετικό, απολύτωσ τίποτα, απολύτως βικιλεξικο, απολύτως λεξικό γλώσσας ισλανδικά, απολύτως στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- απολυμαίνω στα ισλανδικά - sótthreinsa, að sótthreinsa, Sótthreinsið, sótthreinsa, sótthreinsaðirðu
- απολυταρχικός στα ισλανδικά - authoritarian, valdboðs
- απολύω στα ισλανδικά - brenna, bruni, bál, eldur, unloose
- απομίμηση στα ισλανδικά - eftirlíking, eftirlíkingu, eftirlíkingar, eftirlíkingar af, herma eftir
Τυχαίες λέξεις
Απολύτως στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: alveg, algerlega, algjörlega, nákvæmlega
Μεταφράσεις: alveg, algerlega, algjörlega, nákvæmlega