Απολύτως στα λιθουανικά
Μετάφραση: απολύτως, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
visiškai, absoliučiai, neabejotinai, tikrai, būtinai
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απολύτως
απολύτωσ in english, απολύτως βενιζέλος, απολύτως σχετικό, απολύτωσ τίποτα, απολύτως βικιλεξικο, απολύτως λεξικό γλώσσας λιθουανικά, απολύτως στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- απολυμαίνω στα λιθουανικά - dezinfekuoti, dezinfekuojami, dezinfekuojama, dezinfekuojamos, dezinfekuokite
- απολυταρχικός στα λιθουανικά - autoritarinis, autoritarinio, autoritarinė, autoritarinės, autoritariškas
- απολύω στα λιθουανικά - gaisras, liepsna, iškrovimas, šauti, šaudyti, atleisti, ugnis, ...
- απομίμηση στα λιθουανικά - karikatūra, imitacija, imitacijos, imitavimo, dirbtinės, imitavimas
Τυχαίες λέξεις
Απολύτως στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: visiškai, absoliučiai, neabejotinai, tikrai, būtinai
Μεταφράσεις: visiškai, absoliučiai, neabejotinai, tikrai, būtinai