Απολύτως στα εσθονικά

Μετάφραση: απολύτως, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
lihtsalt, lausa, absoluutselt, täiesti, väga, tingimata, täielikult
Απολύτως στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απολύτως

απολύτωσ in english, απολύτως βενιζέλος, απολύτως σχετικό, απολύτωσ τίποτα, απολύτως βικιλεξικο, απολύτως λεξικό γλώσσας εσθονικά, απολύτως στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • απολυμαίνω στα εσθονικά - desinfitseerima, desinfitseerida, desinfitseeritavad, desinfitseeritav, desinfitseerimiseks
  • απολυταρχικός στα εσθονικά - ainuvalitsejalik, autoritaarne, käskiv, autoritaarse, autoritaarsete, autoritaarsed, autoritaarset
  • απολύω στα εσθονικά - tühjakslaadimine, tulistama, elektrilahendus, kott, põletama, rüüstama, vabastama, ...
  • απομίμηση στα εσθονικά - jäljendus, imitatsioon, imitatsioonid, jäljendamise, kunstnahast, kunstnahk
Τυχαίες λέξεις
Απολύτως στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: lihtsalt, lausa, absoluutselt, täiesti, väga, tingimata, täielikult