Γλείφω στα ισλανδικά
Μετάφραση: γλείφω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
sleikja, Lick, sleikt, Sleiktu
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γλείφω
γλείφω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, γλείφω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- γλίτσα στα ισλανδικά - slime, slím
- γλαφυρός στα ισλανδικά - málsnjall maður, mælskur
- γλειφιτζούρι στα ισλανδικά - lollipop, Sleikipinni
- γλεντζές στα ισλανδικά - reveler
Τυχαίες λέξεις
Γλείφω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: sleikja, Lick, sleikt, Sleiktu
Μεταφράσεις: sleikja, Lick, sleikt, Sleiktu