Γλείφω στα ουκρανικά
Μετάφραση: γλείφω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
законно, плазуйте, ссання, смоктати, лизати, лизатимуть
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γλείφω
γλείφω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, γλείφω στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- γλίτσα στα ουκρανικά - слизь, слиз, жужелиця, піна, шлак, мул, пінитися, ...
- γλαφυρός στα ουκρανικά - розмовний, балакучий, лепетливий, рибник, красномовний, промовистий, красномовна, ...
- γλειφιτζούρι στα ουκρανικά - підстрибувати, льодяник, цукерку, леденец
- γλεντζές στα ουκρανικά - гуляка, гультяй, гульвіса
Τυχαίες λέξεις
Γλείφω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: законно, плазуйте, ссання, смоктати, лизати, лизатимуть
Μεταφράσεις: законно, плазуйте, ссання, смоктати, лизати, лизатимуть