Εκτιμητής στα ισλανδικά

Μετάφραση: εκτιμητής, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
estimatoren, metilsins
Εκτιμητής στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εκτιμητής

εκτιμητής εικόνων, εκτιμητής γραμματοσήμων, εκτιμητής τράπεζας, εκτιμητής διαμαντιών, εκτιμητής έργων τέχνης, εκτιμητής λεξικό γλώσσας ισλανδικά, εκτιμητής στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • εκτεταμένα στα ισλανδικά - mikið, víða, ítarlega, miklum, mikið að
  • εκτεταμένος στα ισλανδικά - víðtækur, mikil, víðtæka, víðtæk, umfangsmikið
  • εκτιμώ στα ισλανδικά - mælitæki, þakka, meta, þökkum, að meta, þakklát
  • εκτινάσσομαι στα ισλανδικά - brunnur, jettison
Τυχαίες λέξεις
Εκτιμητής στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: estimatoren, metilsins