Εξέλκωση στα ισλανδικά

Μετάφραση: εξέλκωση, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
sáramyndun, sár í, sáramyndun í, sármyndun, sármyndanir
Εξέλκωση στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εξέλκωση

εξέλκωση καρκίνου μαστού, εξέλκωση πρωκτού, εξέλκωση στομάχου, εξέλκωση τραχήλου, εξέλκωση βραχιόνων, εξέλκωση λεξικό γλώσσας ισλανδικά, εξέλκωση στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • εξέδρα στα ισλανδικά - stöðvarpollur, pallur, vettvangur, vettvang, vettvang til
  • εξέλιξη στα ισλανδικά - þróun, þróunar, þroska, þróa
  • εξέταση στα ισλανδικά - próf, skoðun, rannsókn, athugun, gerðarprófun
  • εξέχω στα ισλανδικά - standa, halda fast, stafur, halda, halda sig
Τυχαίες λέξεις
Εξέλκωση στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: sáramyndun, sár í, sáramyndun í, sármyndun, sármyndanir