Εξέλκωση στα ουκρανικά
Μετάφραση: εξέλκωση, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
утворення виразки
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εξέλκωση
εξέλκωση καρκίνου μαστού, εξέλκωση πρωκτού, εξέλκωση στομάχου, εξέλκωση τραχήλου, εξέλκωση βραχιόνων, εξέλκωση λεξικό γλώσσας ουκρανικά, εξέλκωση στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- εξέδρα στα ουκρανικά - стати, трибуна, стойка, стояти, тарілки, ставати, стенд, ...
- εξέλιξη στα ουκρανικά - створіння, вирізнення, прогресування, розвиток, розвинення, розробка, розвивання, ...
- εξέταση στα ουκρανικά - іспит, допитливо, експертиза, запитливо, питально, вивчення, огляд, ...
- εξέχω στα ουκρανικά - затягує, стирчати, стояв, стояли, стовбичити, стояла
Τυχαίες λέξεις
Εξέλκωση στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: утворення виразки
Μεταφράσεις: утворення виразки