Λινάρι στα ισλανδικά
Μετάφραση: λινάρι, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hör, knappar, öx, að öx
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λινάρι
λινάρι ιδιότητες, λινάρι φυτό, λινάρι καλλιέργεια, παραλία λινάρι, λινάρι λεξικό γλώσσας ισλανδικά, λινάρι στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- λιμουζίνα στα ισλανδικά - Limousine, eðalvagn, Flugvallaferðir
- λιμός στα ισλανδικά - hallæri, hungrið, hungur, hungursneyð, Hallærið
- λινό στα ισλανδικά - lín, hör, baðmull, líni, rúmföt
- λινός στα ισλανδικά - lak, cambric
Τυχαίες λέξεις
Λινάρι στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: hör, knappar, öx, að öx
Μεταφράσεις: hör, knappar, öx, að öx