Μίσθωμα στα ισλανδικά

Μετάφραση: μίσθωμα, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
leiga, leigu, Leigan, leigja, húsaleiga
Μίσθωμα στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μίσθωμα

μίσθωμα ακινήτου, μίσθωμα κυλικείου, μίσθωμα επαγγελματικήσ στέγησ, αντικειμενικό μίσθωμα, μίσθωση αποζημίωση χρήσης, μίσθωμα λεξικό γλώσσας ισλανδικά, μίσθωμα στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • μίμος στα ισλανδικά - MIME
  • μίξερ στα ισλανδικά - blender, Blandari, blandara, blandarinn
  • μίσθωση στα ισλανδικά - leiga, leigja, leigu, leigusamningi, leigusamnings
  • μίσος στα ισλανδικά - hatur, hata, hatri, fjandskapur, hatrið, mikla óbeit
Τυχαίες λέξεις
Μίσθωμα στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: leiga, leigu, Leigan, leigja, húsaleiga