Μίσθωμα στα τούρκικα
Μετάφραση: μίσθωμα, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kira, Kiralık, Satılık, KİRALIK, kiralamak
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μίσθωμα
μίσθωμα ακινήτου, μίσθωμα κυλικείου, μίσθωμα επαγγελματικήσ στέγησ, αντικειμενικό μίσθωμα, μίσθωση αποζημίωση χρήσης, μίσθωμα λεξικό γλώσσας τούρκικα, μίσθωμα στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- μίμος στα τούρκικα - mim, mime, pandomim, mıme, bir mime
- μίξερ στα τούρκικα - karıştırıcı, blender, Mikseri, blenderi, bir blender
- μίσθωση στα τούρκικα - kira, kiralama, finansal kiralama, kiralaması, kiralama işlemlerinden
- μίσος στα τούρκικα - nefret, kin, nefreti, nefretin, düşmanlığı
Τυχαίες λέξεις
Μίσθωμα στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: kira, Kiralık, Satılık, KİRALIK, kiralamak
Μεταφράσεις: kira, Kiralık, Satılık, KİRALIK, kiralamak