Μίσθωμα στα ουκρανικά
Μετάφραση: μίσθωμα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
оренда, Аренда, прокат, здам
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μίσθωμα
μίσθωμα ακινήτου, μίσθωμα κυλικείου, μίσθωμα επαγγελματικήσ στέγησ, αντικειμενικό μίσθωμα, μίσθωση αποζημίωση χρήσης, μίσθωμα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, μίσθωμα στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- μίμος στα ουκρανικά - риба-самець, мім, мим
- μίξερ στα ουκρανικά - змішано-верхній, змішувач, Смеситель
- μίσθωση στα ουκρανικά - навчений, оренда, Аренда, прокат, здам
- μίσος στα ουκρανικά - ненависть, ненавидіти, злобно
Τυχαίες λέξεις
Μίσθωμα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: оренда, Аренда, прокат, здам
Μεταφράσεις: оренда, Аренда, прокат, здам