Παρέκκλιση στα ισλανδικά
Μετάφραση: παρέκκλιση, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
frávik, frávikið, fráviki, víkja, vikið
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παρέκκλιση
παρέκκλιση λεξικό, παρέκκλιση english, παρέκκλιση ορισμός, γενετική παρέκκλιση, οπορτουνιστική παρέκκλιση, παρέκκλιση λεξικό γλώσσας ισλανδικά, παρέκκλιση στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- παρέα στα ισλανδικά - félag, flokka, boð, hóf, heimboð, aðili, félagsskapur, ...
- παρέκβαση στα ισλανδικά - digression
- παρέλαση στα ισλανδικά - skrúðganga, skrúðgöngu, Parade, göngunni, skrúðgangan
- παρέχω στα ισλανδικά - birgja, Accord, samræmi, ekki veita
Τυχαίες λέξεις
Παρέκκλιση στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: frávik, frávikið, fráviki, víkja, vikið
Μεταφράσεις: frávik, frávikið, fráviki, víkja, vikið