Πατσαβούρα στα ισλανδικά
Μετάφραση: πατσαβούρα, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
þurrku, bómull, pinna, með sprittþurrkum, sprittþurrkum
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πατσαβούρα
πατσαβούρα ετυμολογία, πατσαβούρα της βέρμαχτ, πατσαβούρα γλυκό, πατσαβούρα τυρόπιτα, πατσαβούρα λεξικό γλώσσας ισλανδικά, πατσαβούρα στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- πατρότητα στα ισλανδικά - fatherhood
- πατσάς στα ισλανδικά - tripe
- παφλάζω στα ισλανδικά - hringur, kúla, Bubble, loftbólan, bóla
- παχνιάζομαι στα ισλανδικά - frost, draup, hrímþursar, hrímþursar ok bergrisar, hrímþursar ok
Τυχαίες λέξεις
Πατσαβούρα στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: þurrku, bómull, pinna, með sprittþurrkum, sprittþurrkum
Μεταφράσεις: þurrku, bómull, pinna, með sprittþurrkum, sprittþurrkum