Πειθαρχώ στα ισλανδικά

Μετάφραση: πειθαρχώ, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
agi, aga, ögun, aðhald, fræðigrein
Πειθαρχώ στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πειθαρχώ

πειθαρχώ σημασία, πειθαρχώ λεξικό γλώσσας ισλανδικά, πειθαρχώ στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • πειθαρχία στα ισλανδικά - agi, aga, ögun, aðhald, fræðigrein
  • πειθαρχικός στα ισλανδικά - refsiaðgerða, viðurlögum, aga, viðurlög, agar
  • πειθώ στα ισλανδικά - fortölur, sannfæringarkrafti, fortölur voru, fortölum
  • πεινασμένος στα ισλανδικά - hungraður, svangur, svöng, svangir, hungraða
Τυχαίες λέξεις
Πειθαρχώ στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: agi, aga, ögun, aðhald, fræðigrein