Πειθαρχώ στα ιταλικά

Μετάφραση: πειθαρχώ, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
disciplina, disciplina di, la disciplina, discipline, della disciplina
Πειθαρχώ στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πειθαρχώ

πειθαρχώ σημασία, πειθαρχώ λεξικό γλώσσας ιταλικά, πειθαρχώ στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • πειθαρχία στα ιταλικά - disciplina, disciplina di, la disciplina, discipline, della disciplina
  • πειθαρχικός στα ιταλικά - disciplinare, disciplinari, disciplina, disciplinare di
  • πειθώ στα ιταλικά - persuasione, Persuasion, la persuasione, di persuasione, della persuasione
  • πεινασμένος στα ιταλικά - affamato, vorace, fame, affamati, affamata, la fame
Τυχαίες λέξεις
Πειθαρχώ στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: disciplina, disciplina di, la disciplina, discipline, della disciplina