Προσκομίζω στα ισλανδικά

Μετάφραση: προσκομίζω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
framleiðsla, framleiða, afurðir, adduce
Προσκομίζω στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: προσκομίζω

προσκομίζω-συνώνυμα, προσκομίζω μετάφραση, προσκομίζω σημασια, προσκομίζω ετυμολογία, προσκομίζω μετάφραση αγγλικά, προσκομίζω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, προσκομίζω στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • προσκείμενος στα ισλανδικά - samliggjandi, hliðina, aðliggjandi, við hliðina, liggur
  • προσκολλώμαι στα ισλανδικά - loða, Gling
  • προσκρούω στα ισλανδικά - árekstur, högg, rekur, rekur sig, rekast, rekur sig á
  • προσκτώμαι στα ισλανδικά - prosktomai
Τυχαίες λέξεις
Προσκομίζω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: framleiðsla, framleiða, afurðir, adduce