Πρωτοτυπία στα ισλανδικά
Μετάφραση: πρωτοτυπία, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
frumleika, frumleiki, frumlegheit, frumleikinn, frumleiki sá
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πρωτοτυπία
πρωτοτυπία έρευνας, πρωτοτυπία διδακτορικής διατριβής, πρωτοτυπία στα αγγλικά, πρωτοτυπία συνώνυμα, πρωτοτυπία συνώνυμο, πρωτοτυπία λεξικό γλώσσας ισλανδικά, πρωτοτυπία στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- πρωτοεμφανίζομαι στα ισλανδικά - Fyrsta framkoma, fyrstu merki, fram í fyrsta sinn
- πρωτοπόρος στα ισλανδικά - forliði, brautryðjandi, frumkvöðull, fararbroddi
- πρωτόγονος στα ισλανδικά - frumstæð, frumstæða, frumstæðar, frumstæður, frumstætt
- πρωτότυπο στα ισλανδικά - upprunalega, upprunalegu, upphaflega, frumleg, frumlegt
Τυχαίες λέξεις
Πρωτοτυπία στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: frumleika, frumleiki, frumlegheit, frumleikinn, frumleiki sá
Μεταφράσεις: frumleika, frumleiki, frumlegheit, frumleikinn, frumleiki sá