Σέρνω στα ισλανδικά

Μετάφραση: σέρνω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
draga, Dragðu, Drag, dragið, Dragðu til
Σέρνω στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σέρνω

σέρνω english, σέρνω αόριστος, σέρνω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, σέρνω στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • σέρβις στα ισλανδικά - greiði, þjónusta, Service, þjónustu, þjónustan, Hótelþjónusta
  • σέρνομαι στα ισλανδικά - læðast, skrið, skríða, skriðið
  • σέρτικος στα ισλανδικά - tilfinnanlegur, sertikos
  • σέσουλα στα ισλανδικά - ausa, borið
Τυχαίες λέξεις
Σέρνω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: draga, Dragðu, Drag, dragið, Dragðu til