Σαγηνεύω στα ισλανδικά

Μετάφραση: σαγηνεύω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
seiða, wile
Σαγηνεύω στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σαγηνεύω

σαγηνεύω συνωνυμα, σαγηνεύω ετυμολογία, σαγηνεύω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, σαγηνεύω στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • σαβούρα στα ισλανδικά - skran, rusl, ruslpóstur, rusli, ruslpóst
  • σαγηνευτικός στα ισλανδικά - glamorous, glæsilegt
  • σαγόνι στα ισλανδικά - kjálki, kjálka, kjálkinn, kjálkaliða, skoltur
  • σαθρός στα ισλανδικά - fúinn, óheilbrigð, afleit, unsound, ótraust, talin vera óheilbrigð
Τυχαίες λέξεις
Σαγηνεύω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: seiða, wile