Σαγηνεύω στα ουγγρικά

Μετάφραση: σαγηνεύω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
csábít, Wile, fortély, ravaszság
Σαγηνεύω στα ουγγρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σαγηνεύω

σαγηνεύω συνωνυμα, σαγηνεύω ετυμολογία, σαγηνεύω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, σαγηνεύω στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • σαβούρα στα ουγγρικά - ballaszt, fenéksúly, hulladék, szemét, junk, kéretlen, szemetet
  • σαγηνευτικός στα ουγγρικά - elbűvölő, csillogó, ragyogó, elbûvölõ
  • σαγόνι στα ουγγρικά - befogópofa, állkapocs, pofa, állkapcsa, állkapcsát, jaw
  • σαθρός στα ουγγρικά - egészségtelen, hibás, megalapozatlan, nem körültekintő, ingatag
Τυχαίες λέξεις
Σαγηνεύω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: csábít, Wile, fortély, ravaszság