Συγκρίσιμος στα ισλανδικά

Μετάφραση: συγκρίσιμος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hliðstæður, sambærileg, sambærilegt, sambærilegar, sambærilegur, samanburðarhæfar
Συγκρίσιμος στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συγκρίσιμος

συγκρίσιμος αγγλικά, συγκρίσιμος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, συγκρίσιμος στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • συγκολλώ στα ισλανδικά - prjóna, hnýta, að hnýta
  • συγκρίνω στα ισλανδικά - andstæða, bera, bera saman, berðu saman, saman, tilboðin
  • συγκροτώ στα ισλανδικά - semja, setja saman, skrifa, yrkja, að semja
  • συγκρούομαι στα ισλανδικά - hurtle
Τυχαίες λέξεις
Συγκρίσιμος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: hliðstæður, sambærileg, sambærilegt, sambærilegar, sambærilegur, samanburðarhæfar