Συγκρίσιμος στα ουκρανικά

Μετάφραση: συγκρίσιμος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
порівнянний, порівняний, порівняти, можна порівняти, який можна порівняти
Συγκρίσιμος στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συγκρίσιμος

συγκρίσιμος αγγλικά, συγκρίσιμος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, συγκρίσιμος στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • συγκολλώ στα ουκρανικά - бона, пов'язувати, зв'язок, привітання, злуку, в'язати, вязати
  • συγκρίνω στα ουκρανικά - контраст, протилежність, порівняти, контрастний, Сравнить, зрівняти, зіставити, ...
  • συγκροτώ στα ουκρανικά - складати, заснувати, призначати, створювати, засновувати, скомпонувати, писати, ...
  • συγκρούομαι στα ουκρανικά - стикніться, стикатись, зштовхуватися, стикатися, Хертл
Τυχαίες λέξεις
Συγκρίσιμος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: порівнянний, порівняний, порівняти, можна порівняти, який можна порівняти