Συγκροτώ στα ισλανδικά

Μετάφραση: συγκροτώ, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
semja, setja saman, skrifa, yrkja, að semja
Συγκροτώ στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συγκροτώ

συγκροτώ συνώνυμα, συγκροτώ συνώνυμο, συγκροτώ english, συγκροτώ λεξικό γλώσσας ισλανδικά, συγκροτώ στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • συγκρίνω στα ισλανδικά - andstæða, bera, bera saman, berðu saman, saman, tilboðin
  • συγκρίσιμος στα ισλανδικά - hliðstæður, sambærileg, sambærilegt, sambærilegar, sambærilegur, samanburðarhæfar
  • συγκρούομαι στα ισλανδικά - hurtle
  • συγκρούω στα ισλανδικά - skellur, árekstur, skellur á, Clash
Τυχαίες λέξεις
Συγκροτώ στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: semja, setja saman, skrifa, yrkja, að semja