Συγκροτώ στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: συγκροτώ, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
компонира, сочинуваат, составите, составувам, ја сочинуваат
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συγκροτώ
συγκροτώ συνώνυμα, συγκροτώ συνώνυμο, συγκροτώ english, συγκροτώ λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, συγκροτώ στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- συγκρίνω στα σλαβομακεδονικά - споредите, споредуваат, спореди, споредиме, споредат
- συγκρίσιμος στα σλαβομακεδονικά - споредливи, споредлив, спореди, споредлива, се спореди
- συγκρούομαι στα σλαβομακεδονικά - профучавам
- συγκρούω στα σλαβομακεδονικά - судирот, судир, судрија, судри, се судрија
Τυχαίες λέξεις
Συγκροτώ στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: компонира, сочинуваат, составите, составувам, ја сочинуваат
Μεταφράσεις: компонира, сочинуваат, составите, составувам, ја сочинуваат