Συμπληρώνω στα ισλανδικά
Μετάφραση: συμπληρώνω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
eke
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συμπληρώνω
συνώνυμο συμπληρώνω, συμπληρώνω στα αγγλικά, συμπληρώνω στα γαλλικά, συμπληρώνω μετάφραση αγγλικά, συμπληρώνω τα κενά μου, συμπληρώνω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, συμπληρώνω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- συμπλήρωμα στα ισλανδικά - viðbót, fæðubótarefni, viðbótar, viðauki, álag
- συμπληρωματικός στα ισλανδικά - Fjölbreyttari, fyllingar, viðbót, til fyllingar, uppbætandi
- συμπλοκή στα ισλανδικά - Áflog
- συμπτύσσω στα ισλανδικά - Tuck, togaður
Τυχαίες λέξεις
Συμπληρώνω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: eke
Μεταφράσεις: eke