Συμπληρώνω στα ουκρανικά
Μετάφραση: συμπληρώνω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
доповнити, додаток, доповнювати, доповнення, тягнути, животіти, волочити, влачіть, влачить
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συμπληρώνω
συνώνυμο συμπληρώνω, συμπληρώνω στα αγγλικά, συμπληρώνω στα γαλλικά, συμπληρώνω μετάφραση αγγλικά, συμπληρώνω τα κενά μου, συμπληρώνω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, συμπληρώνω στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- συμπλήρωμα στα ουκρανικά - ад'юнкт, додавати, комплект, доповнювати, додаток, прикладення, доповнити, ...
- συμπληρωματικός στα ουκρανικά - додатковий, додаткове, додаткову, додаткова, додаткового
- συμπλοκή στα ουκρανικά - потріпати, бійка, протирати, зношувати, зіткнення, драка
- συμπτύσσω στα ουκρανικά - телескоп, складка, складки
Τυχαίες λέξεις
Συμπληρώνω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: доповнити, додаток, доповнювати, доповнення, тягнути, животіти, волочити, влачіть, влачить
Μεταφράσεις: доповнити, додаток, доповнювати, доповнення, тягнути, животіти, волочити, влачіть, влачить