Συστέλλω στα ισλανδικά

Μετάφραση: συστέλλω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
shrivel
Συστέλλω στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συστέλλω

συστέλλω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, συστέλλω στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • συσσώρευση στα ισλανδικά - uppsöfnun, söfnun, samansafn, uppsöfnunar, uppsöfnun verður
  • συστέλλομαι στα ισλανδικά - shrivel
  • συστήνω στα ισλανδικά - mæla, mælum, mæla með, mælum með, mæli
  • συστατικός στα ισλανδικά - efnisþáttur, deildir, innihaldsefnis, kerfishluta, efnisþátturinn
Τυχαίες λέξεις
Συστέλλω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: shrivel