Συστέλλω στα τσεχικά

Μετάφραση: συστέλλω, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
smrštit, zmenšit, zmenšovat, svraštit, krčit, skrčit, sušit se, scvrkat se
Συστέλλω στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συστέλλω

συστέλλω λεξικό γλώσσας τσεχικά, συστέλλω στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • συσσώρευση στα τσεχικά - hromada, nahromadění, hromadění, shluk, nakupení, akumulace, akumulaci, ...
  • συστέλλομαι στα τσεχικά - smlouva, uzavřít, zmenšit, kontrakt, zúžit, stahovat, stlačit, ...
  • συστήνω στα τσεχικά - uvozovat, vsadit, zavádět, uvádět, představovat, předložit, doporučit, ...
  • συστατικός στα τσεχικά - součástka, součást, prvek, podíl, díl, komponent, kus, ...
Τυχαίες λέξεις
Συστέλλω στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: smrštit, zmenšit, zmenšovat, svraštit, krčit, skrčit, sušit se, scvrkat se